Γενικές Αρχές
Η αναρχία είναι η κατάσταση πραγμάτων στην οποία μια κοινωνία λειτουργεί χωρίς εξουσία, χωρίς μεσολαβητές – διαχειριστές της θέλησης των ανθρώπων, όπου η κοινωνική οργάνωση βασίζεται στη συλλογική συνείδηση των ατόμων που την αποτελούν. Η κατάσταση στην οποία ο καθένας έχει τον πρώτο λόγο για κάθε πτυχή της καθημερινής του ζωής χωρίς επιβεβλημένους από τα πάνω περιορισμούς και νομοθεσίες, χωρίς σχέσεις ιεραρχίας και εκμετάλλευσης γιαυτό και η αναρχία απαιτεί την κατάργηση του κράτους και τη συλλογική διαχείρηση και νομή των μέσων παραγωγής.
Η αναρχία δεν αποδέχεται καμία απόλυτη αλήθεια ή ιδεολογική καθαρότητα. Από τη φύση της δεν βασίζεται πάνω σε κανένα πρόσχημα επιστημονικότητας ή ευαγγέλιο το οποίο θα πρέπει να αποδεχθεί κανείς για να δραστηριοποιείται μέσα από αυτήν. Αντίθετα απαιτεί τη συνδιαμόρφωση και την συμμέτοχη του καθενός στον διαρκή αυτοκαθορισμό της μέσα στο πλαίσιο της κοινής βάσης αξιών της.
Κοινωνικοί αγώνες και αναρχικοί
Οι κοινωνικοί αγώνες είναι οι επιμέρους μάχες του κοινωνικού πολέμου. Είναι όταν οι καταπιεσμένοι αντιδρούν μαζικά στις επιθέσεις που τους γίνονται. Χωρίς να έχουμε αυταπάτες για τη μερικότητα τους, στεκόμαστε στο πλευρό τους, διότι συμβάλλουν στη επαναστατική συνειδητοποίηση όσων είτε συμμετέχουν είτε παρακολουθούν την πορεία τους και προωθούν την αλληλεγγύη ανάμεσα στους εκμεταλλευόμενους. Όταν μάλιστα οι υποκειμενικοί όροι-όπως ο τρόπος που λαμβάνονται οι αποφάσεις ή υλοποιούνται – διέπονται από τις ελευθεριακές – αναρχικές αξίες, τότε αποτελούν ζωντανό παράδειγμα ενός μακρόπνοου στόχου επαναστατικής ανατροπής. Γίνονται έτσι το πρακτικό πεδίο εφαρμογής της αυτοοργάνωσης, δημιουργώντας παράλληλα πρόσκαιρα ρήγματα στην καθεστωτική ομαλότητα.
Οι αναρχικοί οφείλουν να πρωτοστατούν, να υποκινούν, να οργανώνουν και να διευρύνουν κάθε αγώνα που μπορεί να δοθεί, να αναλαμβάνουν κάθε απαραίτητη πρωτοβουλία στη γειτονία τους, στον εργασιακό τους χώρο, στον κοινωνικό τους περίγυρο. Στηρίζοντας την πολιτική τους ταυτότητα και χρησιμοποιώντας το προσωπικό τους παράδειγμα, προωθώντας τις αντιλήψεις τους για τον τρόπο οργάνωσης και δομής των αγώνων, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του κοινωνικού πολέμου.
Ο έντονος ανταγωνισμός του κοινωνικού πολέμου, καθώς και το μέτρο της οργάνωσης και της εκβιαστικής ισχύος των μηχανισμών εκμετάλλευσης και κυριαρχίας απαιτεί τη δημιουργία σταθερών δομών για τους αγώνες διεκδίκησης. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο οι αναρχικοί να επεξεργαστούν και να διαμορφώσουν, σε σχέση και με τις πραγματικές συνθήκες που επικρατούν μια στρατηγική οικοδόμησης ενός νέου, μαχητικού, αντί-ιεραρχικού και αμεσοδημοκρατικού συνδικαλισμού που όχι μόνο θα κερδίζει νίκες επί των αφεντικών, αλλά θα αναδυκνύει την πρακτική αξία του αναρχικού τρόπου οργάνωσης σε σχέση με την υπονομευτική φύση του κομματικού ή κρατικοδίαιτου συνδικαλισμού. Θεωρώντας απαραίτητη τη την αυτονομία τέτοιων δομών συμμετέχουμε σε αυτές ως άτομα, σε κοινωνικό επίπεδο και όχι ως πολιτικές οργανώσεις. Η επιδίωξη πολιτικού ελέγχου τέτοιων δομών είναι έξω από τις αντιλήψεις μας.
Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου κάποιοι συμμετέχουν σε κοινωνικούς αγώνες, ενώ ταυτόχρονα έχουν συντηρητικές, σεξιστικές, ρατσιστικές, εν γένει εξουσιαστικές αντιλήψεις. Δε μπορεί να γίνονται ανεκτές τέτοιες συμπεριφορές στην καθημερινή πρακτική οποιουδήποτε κοινωνικού αγώνα. Τα άτομα – φορείς τους, αν και υποκείμενα κριτικής, δε μπορούν να αποκλειστούν, εκτός αν αποδεικνύεται ότι συμμετέχουν προκειμένου να προπαγανδίσουν τέτοιες αντιλήψεις και δεν τους απασχολεί αυτός καθαυτός ο αγώνας. Η ίδια τους η συμμετοχή και δραστηριοποίηση, παράλληλα με τη δική μας παρέμβαση μπορεί να συμβάλλει στην ευρύτερη συνειδητοποίηση τους ώστε να αποβάλλουν τέτοιες αντιλήψεις στην πορεία.
Ο ρόλος που έπαιξαν και παίζουν οι θεσμικές δομές διεκδίκησης είναι καταφανώς ρόλος καταστολής που χτυπάει τους ταξικούς αγώνες στη γέννηση τους, ρόλος ανάλογος με αυτόν που παίζει γενικότερα η κρατική καταστολή. Ρόλος εξυπηρέτησης των αφεντικών και του κράτους. Η αντίσταση γίνεται με τις δικές μας δυνάμεις, έξω από κάθε πλαίσιο που μας επιβάλλουν, από αυτοοργανωμένες μορφές αγώνα, με αντί-ιεραρχικούς όρους και αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Ζώντας την καθημερινότητα και γνωρίζοντας τα προβλήματα της, ξέρουμε ότι τα αιτήματα των εκμεταλλευόμενων είναι αυτονόητα και δίκαια. Γι’ αυτό και στεκόμαστε έμπρακτα αλληλέγγυοι. Όμως, όσο υπάρχει κράτος και αφεντικά, όσες κατακτήσεις και αν πετύχουμε, θα έρθει η στιγμή που θα προσπαθήσουν να τις πάρουν πίσω. Μόνο η ολική ανατροπή του συστήματος εξουσίας του ανθρώπου πάνω σε ανθρώπους μπορεί να μας εξασφαλίσει το μέλλον.
Αναρχικός χώρος, οργάνωση – κίνημα
Ο αναρχικός χώρος από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα έχει αλλάξει πολλές φορές μορφή, σύσταση και χαρακτηριστικά. Το κενό μισού περίπου αιώνα από τη δράση των πρώτων αναρχικών στις αρχές του 20ου αιώνα, την απουσία τους και την επανεμφάνιση τους, οι τοπικές ιδιαιτερότητες, η ποικιλία των επιρροών άλλων επαναστατικών ρευμάτων (Λενινιστικών, Σταλινικών, Αυτόνομων, καταστασιακών Νετσαγιεφικών) πάνω στο σώμα των αντιλήψεων του ιστορικού αναρχικού κινήματος συνέβαλαν στο να διαμορφωθεί ένας ιδιόμορφος χώρος, αρκετά διαφορετικός από τους αντίστοιχους της Ευρώπης ή της Αμερικής. Η φύση της δομής του είναι αυτή ενός συνόλου συλλογικοτήτων, ομάδων και κυρίως ατόμων με ένα ρευστό φάσμα αντιλήψεων. Αντιλήψεων πλούσιων αλλά αποσπασματικών που αδυνατούν να συνθέσουν ένα συνολικό ανατρεπτικό πρόταγμα. Η έλλειψη βασικών θεωρητικών και ιστορικών γνώσεων πάνω στη φύση και την εμπειρία της πρότασης του ιστορικού αναρχικού κινήματος έχουν ως αποτέλεσμα ένα χώρο με κάποια σταθερά αλλά και ρευστά «θέσφατα» που κάνουν δύσκολη την προσπάθεια συγκρότησης κοινών αναφορών σε ένα πολιτικό πεδίο ουσιαστικά νεολαιίστικο. Κοινά σημεία αναφοράς είναι τα ζητήματα της επικαιρότητας του χώρου: μετανάστες, αντιφασιστικό, καταστολή, άμεση δράση, ενώ τα τελευταία χρόνια γίνονται προσπάθειες συμμετοχής τόσο σε καινούρια πεδία κοινωνικών αγώνων που έχουν ανοίξει όσο και σε μέτωπα που οι ίδιοι οι αναρχικοί έχουν ανοίξει.
Η μορφή της αναρχικής οργάνωσης που κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια, οι γνωστές συνελεύσεις σε πανεπιστημιακούς χώρους, διαμορφώνει μια ουσιαστική, αλλά κάποιες φορές αναπόφευκτη ανισότητα στη λήψη αποφάσεων με ισότιμους όρους ενώ οδηγεί και σε έλλειψη αποτελεσματικότητας.
Τις συνεργασίες μεταξύ συλλογικοτήτων και ατόμων του αναρχικού χώρου δεν τις αντιλαμβανόμαστε ούτε σαν ένα υποκριτικό μέσο διεύρυνσης της επιρροής στο μικρόκοσμο του χώρου, ούτε σαν μια αναγκαιότητα που προκύπτει από τη μικρή δύναμη του καθενός. Είναι κομβικό στοιχείο για την προώθηση του ελευθεριακού επαναστατικού αγώνα και αναγκαία συνθήκη στην πορεία δημιουργίας ενός αναρχικού κινήματος. Οι συνεργασίες, δομικό μέρος του συνολικού πολιτικού σχεδίου, οφείλουν να υπόκεινται σε μια σταθερή και καθορισμένη πολιτική. Η κοινότητα και η σαφήνεια αντιλήψεων, η αξιοπιστία, το επαναστατικό ήθος, η αντιδιαστολή με λογικές πρωτοπορίας και ηγεμονισμού, καθώς και οι διαδικασίες εκείνες που θα εξασφαλίζουν ισότητα και αποτέλεσμα είναι οι απαραίτητοι όροι των συνεργασιών.
Το άλμα από τον «χώρο» στο κίνημα είναι άλμα επαναστατικό. Η έννοια και η πρακτική ενός «χώρου» είναι αυτή ενός στατικού, αυτοαναφορικού συνόλου, με τις δραστηριότητες να διεξάγονται «από και για» την εσωτερική του αυτοδικαίωση. Σαν αναρχικό κίνημα δεν μπορεί να νοηθεί απλά η πολιτική και κοινωνική δικτύωση των στρατευμένων αναρχικών. Αλλά η διαλεκτική σχέση ανάμεσα στο πολιτικό υποκείμενο των αναρχικών αντιλήψεων και το σύνολο των καταπιεσμένων. Η καρδιά ενός αναρχικού κινήματος βρίσκεται στην τάση και στην συνείδηση των καταπιεσμένων για αυτοδιεύθυνση, ισότητα και ελευθερία όταν, όπου και όποτε αυτή μπορεί να αναδυθεί και να μπολιαστεί με την απελευθερωτική προοπτική.
Εκλογές
Για τους αναρχικούς η άρνηση συμμετοχής στις εκλογές είναι μέρος της πολιτικής τους φύσης. Είναι μια ιστορική επιλογή που δεν διαψεύστηκε ποτέ, όσα εκλογικά πειράματα και αν έγιναν από άλλους. Ενώ για τους περισσότερους η ψήφος είναι είτε μια επιλογή μικρότερου κακού, είτε το αντίτιμο κάποιας υπαρκτής (ή υποσχόμενης) συναλλαγής, δεν υπάρχει κανένα παράδειγμα ριζοσπαστικής πολιτικής δύναμης που να ωφελήθηκε (με αγωνιστικούς όρους) από τη συμμετοχή της στις εκλογές ή μέσα από αυτές να προώθησε κοινωνικούς αγώνες. Απέναντι στο κράτος και ενάντια στους θεσμούς του, οι αναρχικοί θέτουν κοινωνικό και πολιτειακό ζήτημα.
Μεταναστευτικό
Η εγκατάλειψη της πολιτικής της «ενσωμάτωσης», η δημιουργία γκέτο, το τέλος του φιλελεύθερου ονείρου, η ενεργοποίηση των φασιστικών εφεδρειών είναι μερικά από ταχαρακτηριστικά της νέας περιόδου στο φαινόμενο της οικονομικής μετανάστευσης και των προσφύγων στα μετώπα του κοινωνικού πολέμου που αυτή επηρεάζει. Το κράτος, πριμοδοτώντας και τον ακροδεξιό λόγο, υπονομεύει τις προοπτικές ενότητας των καταπιεσμένων (ντόπιων και μεταναστών), που προκύπτουν από την κοινή κοινωνική τους θέση, πατώντας πάνω στο πραγματικό γεγονός της υποβάθμισης της καθημερινής ζωής στις γειτονιές όπου επικρατεί η εξαθλίωση των μεταναστών και του λούμπεν. Ένα γεγονός για το οποίο υπαίτιοι είναι τα κράτη και τα αφεντικά. Αναγνωρίζουμε τις σχέσεις εκμετάλλευσης που αναπτύχθηκαν από τμήματα των Ελλήνων καταπιεσμένων εις βάρος των μεταναστών, χωρίς όμως να καταλήγουμε σε στείρους επιμερισμούς μαζικών ηθικών ευθηνών προωθούμε τη λογική της ταξικής ενότητας των καταπιεσμένων ανεξαρτήτως καταγωγής.