Δίπλα στο μαχαίρι του χρυσαυγίτη, έχει θέση η μπότα του λιμενικού

Tο πρωί της Δευτέρας 21 Ιανουαρίου 2014, σκάφος που μετέφερε τουλάχιστον 28 μετανάστες βυθίστηκε ενώ έπλεε στα ανοιχτά του Φαρμακονησίου. Ο πνιγμός 12 μεταναστών, μεταξύ των οποίων και 9 παιδιά, ήρθε να προστεθεί στον τεράστιο κατάλογο θανάτου που έχει ανοίξει εδώ και χρόνια στα νερά του Αιγαίου και στα ελληνικά σύνορα, μόνο που αυτή τη φορά συνοδευόταν από τις σαφείς μαρτυρίες των επιζώντων μεταναστών για τις συνθήκες του γεγονότος. Η έκπληκτη για μια ακόμα φορά ελληνική κοινωνία, που φαίνεται να ξεχνά πόσες φορές τα τελευταία χρόνια έχει ακούσει για παρόμοια γεγονότα, πληροφορείται πως τα «γενναία παλικάρια» του λιμενικού σώματος προσπάθησαν να απωθήσουν βίαια προς την πλευρά των τουρκικών χωρικών υδάτων το σκάφος εν μέσω θαλασσοταραχής ενώ απέτρεψαν τη μετεπιβίβαση των επιβατών του σκάφους και άφησαν όσους έπεσαν στο νερό στην τύχη τους. Στη συνέχεια ζήσαμε ακόμα πιο προχωρημένες οργουελιανές σκηνές, όταν υπουργοί της κυβέρνησης επέμεναν να διαψεύδουν τη δημόσια μαρτυρία ενός χαροκαμένου πατέρα σε συνέντευξη τύπου στο Σύνταγμα. 

Δίπλα στο μαχαίρι του χρυσαυγίτη που κυνηγά μετανάστες στο κέντρο της Αθήνας, έχει θέση η μπότα του λιμενικού που χτυπά τον μετανάστη που προσπαθεί να σωθεί από τον πνιγμό ….

Ο παραπάνω παραλληλισμός απεικονίζει γλαφυρά το πρόσωπο της κυριαρχίας και του καθεστώτος εξαίρεσης που θέλει να επιβάλει. Ο φασισμός, πολύ παραπάνω από την ιδεολογία μερικών χιλιάδων ψηφοφόρων της χρυσής αυγής, αποτελεί την βαθύτερη και καθαρότερη μορφή του πνεύματος της κυριαρχίας και της ανισότητας. Είναι η πεμπτουσία κάθε κρατικής εξουσίας, που βρίσκεται κρυμμένη μέσα στις δομές της όταν υπάρχει σταθερότητα, ηρεμία και σχετική ευδαιμονία, αλλά εκδηλώνεται ξεκάθαρα σε περιόδους και συνθήκες κρίσης. Όπως ακριβώς αυτές που ζούμε σήμερα.

Όταν μάλιστα τον έλεγχο του κρατικού μηχανισμού έχει μια δεξιά κυβέρνηση, στην ηγεσία αλλά και στους συμβούλους της οποίας κυριαρχούν τα ακροδεξιά στοιχεία, τότε οι φασιστικές αντιλήψεις και πρακτικές παύουν να αποτελούν απλά μια λύση ανάγκης για την επιβίωση της εξουσίας και την επιβολή καταστολής. Εντάσσονται οργανικά και γίνονται αναπόσπαστο τμήμα στον κεντρικό πολιτικό σχεδιασμό. Και την υλοποίηση τους αναλαμβάνουν αυτοί που πρόσφατα χαρακτηρίστηκαν από ανώτατο δικαστήριο ως «σκληρός πυρήνας του κράτους που χρήζει ειδικής προστασίας και μεταχείρισης», δηλαδή τα σώματα ασφαλείας (αστυνομία, αντιτρομοκρατική, λιμενικό) και ο στρατός.

Συνεπώς, ο πνιγμός των 12 μεταναστών στη θάλασσα του Φαρμακονησίου, είναι ένα ακόμα αποτέλεσμα της άσκησης μιας πολιτικής ολοκληρωτισμού, αποκλεισμού και καταστολής (Ο υιός Πλεύρης πρόσφατα είχε υποστηρίξει πως θα υπάρξουν νεκροί μετανάστες στα σύνορα. Η ευχή του εκπληρώθηκε πολύ γρήγορα). Είναι ένα ακόμα επεισόδιο της επίθεσης της κρατικής εξουσίας ενάντια στην κοινωνία, είναι ένα ακόμα επεισόδιο του πολέμου που έχει κυρηχθεί από την αστική τάξη στις τάξεις των καταπιεσμένων. Του ίδιου πολέμου που σκοτώνει τους χιλιάδες που «αυτοκτονούν με τη θέληση τους» τα τελευταία χρόνια, που σκοτώνει αυτούς που καίγονται από μαγκάλια και ξυλόσομπες στην προσπάθεια τους να ζεσταθούν, που σκοτώνει όσους πνίγονται στα νερά της Μεσογείου στην προσπάθεια τους να μεταναστεύσουν. Είναι ένα ακόμα επεισόδιο του ταξικού πολέμου που, μονόπλευρα προς το παρόν, εντείνεται και από τον οποίο, ας είμαστε έτοιμοι να μετράμε και «Έλληνες λαθρομετανάστες» τα επόμενα χρόνια, ανάμεσα στους πνιγμένους στα σαπιοκάραβα για Ευρώπη και στην κάθε Λαμπεντούζα.

Άλλωστε, και οι ίδιοι οι μετανάστες θύματα του ίδιου ταξικού πολέμου που μαίνεται στις πατρίδες τους είναι. Αυτός τους ξερίζωσε από τους τόπους που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν. Από την άλλη πλευρά σε αυτόν τον πόλεμο, παίρνουν μέρος οι δουλέμποροι και συνεργαζόμενα δίκτυα διεθνών κυκλωμάτων, εθνικών κρατών, υπηρεσιών ασφαλείας, φασιστών, μεγαλοκαπιταλιστών. Όλοι αυτοί που, τώρα που οι μετανάστες δεν είναι πια φτηνότεροι από τους ντόπιους εργάτες, χρησιμοποιούν την Ελλάδα ως χώρα τράνζιτ, στην οποία γίνεται και μια αρχική διαλογή των καλύτερων υποζυγίων για τα εργοστάσια και τα γιαπιά της Ευρώπης. Οι παραγωγικά άχρηστοι, οι αδύναμοι, τα παιδιά, οι γέροι μπορούν να ταίσουν τις αλανιάρες τσιπούρες στο Ιόνιο, το Λυβικό, το Αιγαίο ….

Πολύ περισσότερο από την αλληλεγγύη μας στην ταυτότητα του μετανάστη, που την αναγνωρίζουμε ως μια συνθήκη ακραίου και βίαια εξωθούμενου στην εκμετάλευση υποκειμένου, υπερασπιζόμαστε τους μετανάστες ως ανθρώπους της τάξης μας. Αναγνωρίζουμε μια κοινότητα που εδράζεται στην κοινή ταξική θέση και με βάση αυτό επιδιώκουμε την κοινωνική ένταξη των μεταναστών στο πλαίσιο μια συνολικής συγκρότητησης κοινοτήτων αγώνα των εκμεταλλευόμενων και καταπιεζόμενων. Ακριβώς κατά τον ίδιο τρόπο που θεωρούμε και αντιμετωπίζουμε συνολικά ως εχθρούς μας τους πλούσιους και τους ισχυρούς, τους εξουσιαστές, τους μαφιόζους και τους φασίστες όλου του πλανήτη. Είτε ζουν στην Ελλάδα, τη Γερμανία, τις ΗΠΑ, τη Ρωσία, το Πακιστάν, ή τη Σομαλία.

Ως διεθνιστές είμαστε ενάντια τόσο στα εθνικά σύνορα, όσο και στην παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου που αντικαθιστά και εξαργυρώνει αυτά τα σύνορα με την μπίζνα του δουλεμπορίου. Η επιλογή μας, που θεωρητικά αναγνωρίζουμε ως ορθή κοινωνικά και ταξικά, είναι να μένουμε στον τόπο που μεγαλώσαμε και να αγωνιζόμαστε για την ανατροπή. Και για όποιους θελήσουν αυτό να το προσάψουν ως επιχείρημα ενάντια στον ερχομό των μεταναστών, θα γελάγαμε ειρωνικά, αναλογιζόμενοι τόσο την κατάπτυστη υποταγή του μεγαλύτερου μέρους της ελληνικής κοινωνίας στους δυνάστες της, όσο και τη διογκούμενη τάση μετανάστευσης των Ελλήνων (προφανώς μετανάστες «καλής ποιότητας») στις ίδιες ακριβώς χώρες που προτιμούν και οι υπόλοιποι (και κατά τον Δένδια «κακής ποιότητας») μετανάστες.

Αναγνωρίζουμε ότι η «σύγκρουση» του κράτους με τον άμεσο πολιτικό εκφραστή του φασισμού, τη χρυσή αυγή, δεν είναι τίποτα άλλο από ενδοεξουσιαστική διαμάχη. Η ασκούμενη φασιστική πολιτική, οι μέθοδοι και πρακτικές της, ενσωματωμένα στο καθεστώς, στράφηκαν ενάντια στη χρυσή αυγή, όταν τα μυαλά της ηγεσίας της πήραν αέρα και φαντάστηκαν ότι με ένα ρεσάλτο το παρακράτος θα γινόταν κράτος. Ο καυγάς γίνεται για τη δύναμη και τα πρόσωπα που θα την κρατάνε στα χέρια τους. Τη δύναμη να μαχαιρώνουν τον Παύλο Φύσσα ή να πνίγουν μετανάστες. Μπροστά στο γεγονός ότι δολοφονούν ανθρώπους της δικιάς μας τάξης οι διαφορές κράτους και παρακράτους είναι επουσιώδεις.

Για εμάς είναι απόλυτη αλήθεια το να πούμε ότι τον Φύσσα τον έσφαξε το κράτος και τους μετανάστες στο Φαρμακονήσι τους έπνιξε η χρυσή αυγή. Κρατικός και παρακρατικός ο φασισμός είναι ένας.

Και θα του κάνουμε τον βίο αβίωτο.

ΚΑΛΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΦΑΣΙΣΤΙΚΗ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ

ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟ 1 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014

18:00 ΜΜ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

Αναρχικοί για την Κοινωνική Απελευθέρωση (ΑΚΑ)

Όχι, δεν ψηφίζω…

Οι δημοκρατικές ανοησίες
Σε ένα όχι και τόσο μακρινό παρελθόν οι μάχες ανάμεσα στις διάφορες κλίκες της εξουσίας ήταν συνήθως αιματηρές. Δηλητήριο, εκτελέσεις, πραξικοπήματα. Οι εκλογές είναι εδώ για να αποδείξουν ότι οι εκλεκτοί του καθεστώτος μπορούν να βάλουν κανόνες αναμεταξύ τους. Κανόνες ειρηνικής συνύπαρξης. Και αυτή η συμφωνία κυρίων, η αυτοαποκαλούμενη δημοκρατία, αποδείχθηκε μια τόσο πετυχημένη συνταγή που πλασαρίστηκε σαν ιδεολογία.
Καθώς όμως τα χρόνια περνούν και οι εκλογές διαδέχονται η μία την άλλη είναι πλέον φανερό πως το ψέματα τελειώνουν, αποκαλύπτοντας την πραγματική ουσία πέρα από πολιτικά φτιασιδώματα: Οι εκλογές είναι μια διαδικασία επιλογής αρχόντων, προσώπων, που ως απόλυτοι μονάρχες θα διαχειριστούν τον κόπο και το μέλλον του καθενός μας όπως γουστάρουν για όσο διάστημα αυτοί επιλέξουν.
Η τριβή με την πραγματικότητα, τα αποτελέσματα των επιλογών, και ως ένα βαθμό η αναίμακτη αλλά αδίστακτη σύγκρουση ανάμεσα στις κλίκες έχουν γκρεμίσει μέρος των αυταπατών των καταπιεσμένων. Που χάθηκαν άραγε οι «ιδεολογίες» που κάποτε συνέγειραν, που είναι οι «σωτήριες λύσεις», που είναι η στράτευση του κόσμου; Κι όποιος ενδιαφέρεται για νούμερα ας αναρωτηθεί πόσα ενεργά μέλη έχουν σήμερα τα κόμματα.
Δύο όμως αυταπάτες παραμένουν ενεργές μέσα στην κοινωνία. Πέρα από τους λίγους γραφικούς που ψηφίζουν ακόμα ιδεολογικά, για τους περισσότερους η ψήφος είναι είτε μια επιλογή μικρότερου κακού, είτε το αντίτιμο κάποιας υπαρκτής (ή υποσχεμένης) συναλλαγής.
Το μικρότερο κακό
Παρακολουθούμε την ελληνική δημοκρατία δεκαετίες τώρα να επιδεικνύει πόσο μάταιη είναι η ελπίδα πως υπάρχει μερίδα της εξουσίας που να αντιπροσωπεύει «μικρότερο κακό».
Πόσο μάταιο είναι, στο όνομα του «πολιτικού κύρους» η στο όνομα κάποιων εξημερωμένων δήθεν ευκαιριών «επικοινωνίας» να δίνεις έμπρακτο συγχωροχάρτι στο σύστημα μέσα από τη συμμετοχή σε αυτή τη φάρσα – όπως κάνει σχεδόν όλη η αριστερά από το 74 και μετά. Ειδικότερα για την κοινοβουλευτική αριστερά ίσως να μην είναι μάταιες ούτε οι επιχορηγήσεις, ούτε οι καριέρες στελεχών της, ούτε τα οικονομικά νταραβέρια με το δημόσιο, ούτε οι κομματικές προσλήψεις σε «κόκκινους» δήμους και ας μην ξεχνάμε και το λογαριασμό που πρέπει ακόμα να πληρώνει για τη νομιμοποίησή της πριν 35 χρόνια.
Αν το περιορίσουμε στη μεταπολίτευση, από το 74 και μετά, δεν υπάρχει κανένα, μα απολύτως κανένα, παράδειγμα ριζοσπαστικής πολιτικής δύναμης που να ωφελήθηκε (με αγωνιστικούς όρους) από τη συμμετοχή της στις εκλογές ή μέσα από αυτές να προώθησε κοινωνικούς αγώνες. Ακόμα και σε δήμους (που η άκρα αριστερά είχε κάποιες επιτυχίες) δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση που να άφησε σημάδι.
Θα έρθουν όμως παραδείγματα για φορές που ο κοινοβουλευτικός αγώνας «πέρασε» ή «εμπόδισε» πράγματα. Κάτω από αυτή την επιφάνεια, πίσω από προτάσεις και βουλευτικές αερομαχίες κάθε τι που «πέρασε» ή «εμποδίστηκε» στη Βουλή είχε πρώτα περάσει ή εμποδιστεί από τους καταπιεσμένους, ήταν ρητή και αδιαπραγμάτευτη απόφασή τους. Τα οδοφράγματα και οι νεκροί, οδήγησαν το 91 την Ν.Δ. να πάρει πίσω τον εκπαιδευτικό νόμο, η σιωπηλή απειλή μιας και μόνο μαζικής διαδήλωσης επέβαλλε την απόσυρση του Νόμου Γιανίτση για το ασφαλιστικό, οι φοιτητές και οι αλληλέγγυοι εμπόδισαν στους δρόμους την αναθεώρηση του άρθρου 16… Τα πάντα κρίνονται στο δρόμο και στο κοινοβούλιο απλά «νομιμοποιείται» αυτό που η εξουσία δεν τολμάει να μη νομιμοποιήσει
Μήπως όμως έστω κι αυτό είναι «κάτι»; Για εμάς είναι λιγότερο από τίποτα. Γιατί η ύπνωση και λήθη που προκαλεί κάθε θέσμική «νίκη» επί της κυβέρνησης είναι αυτό που θα μεταμορφώσει τη νίκη σε ήττα. Τι πραγματικά εμπόδισε η απόσυρση της αναθεώρησης του άρθρου 16 στη Βουλή; Πως κατόρθωσαν να περάσουν ένα νέο χειρότερο ασφαλιστικό νόμο απλά κόβοντάς τον σε μικρά κομμάτια; Ας απαντήσουν σε αυτό τα κατοικίδια της κοινοβουλευτικής αριστεράς που ζητούν από το λαό ψήφο ανταμοιβής για τις κοινοβουλευτικές τους «υπηρεσίες».
Πόσο πάει η ψήφος;
Τα τελευταία όμως χρόνια παρατηρούμε και κάτι άλλο. Παρατηρούμε τις φιλελεύθερες επιλογές των καπιταλιστών να στερούν όλο και περισσότερο τη δυνατότητα εξαγοράς μέρους των καταπιεσμένων από το κράτος και άρα από τα κόμματα. Η συρρίκνωση του κράτους με την μεταπώληση σε ιδιώτες του (κλεμμένου από την κοινωνία) δημόσιου πλούτου, έχει μικρύνει την πίττα της θεμελιώδους διαφθοράς – αυτής που αναπτύσσεται στα σημεία όσμωσης κοινωνίας και κράτους. Αν κάποτε μια μόνιμη θέση στο δημόσιο ήταν μια καλή τιμή εξαργύρωσης των «αγώνων για το σοσιαλισμό» σήμερα ένα stage φτάνει δεν φτάνει για να πάει κανείς μια φορά μέχρι τις κάλπες. Κι όλα αυτά υπό το φως μιας οικονομικής κρίσης στην αρχή του ξεσπάσματός της. Οι χιλιάδες που συνωστίζονται στα κομματικά γραφεία αυτές τις μέρες (το ΠΑΣΟΚ απέκτησε ξαφνικά 50.000 νέα μέλη σε τρεις εβδομάδες…), όλοι όσοι ψάχνουν μια καλή «άκρη» για να πουλήσουν το «δημοκρατικό δικαίωμα» θα απογοητευτούν. Τσάμπα τις φυλάνε τις κατουρημένες ποδιές.
Μπαίνουμε σε μια εποχή που η υποταγή και η αναξιοπρέπεια δεν πληρώνουν. Μια εποχή που ο καθένας πρέπει να επαναξιολογήσει αν και ποιόν ωφέλησε η έως τώρα συμμετοχή του στο δημοκρατικό παιχνίδι είτε ψηφίζοντας είτε συμμετέχοντας στα κόμματα. Είτε από ιδεολογία είτε από ξεπούλημα. Ο καθένας, ακόμα και αν δεν ενδιαφέρεται για έννοιες όπως η τιμή και η αξιοπρέπεια, πρέπει να εμπιστευτεί την εμπειρία του και με βάση αυτή να αποφασίσει για το αν θα συνεχίσει αυτό το δρόμο
Και για να τελειώνουμε
Κανείς δεν μπορεί να έχει αυταπάτες. Ένα όλο και πιο στριμωγμένο κράτος, που πρέπει να διαχειριστεί την καπιταλιστική κρίση, μια εξουσία που πήρε το μήνυμα του Δεκέμβρη, χωρίς μάσκες και με μικρές δυνατότητες εξαγοράς είναι κάτι ακόμα πιο επικίνδυνο και επιθετικό. Το τι θα κάνει αμέσως μετά τις εκλογές το ξέρουμε. Μας το έχουν πει με κάθε λεπτομέρεια.
Η άρνηση συμμετοχής στις εκλογές είναι πράξη που αφορά την ατομική και πολιτική αξιοπρέπεια. Είναι επίσης και ένα πολύ συγκεκριμένο μήνυμα που ανησυχεί τον εχθρό . Είναι μια πράξη του «μικρότερου καλού» αλλά μέχρι εκεί….
Απέναντι σε αυτά που έρχονται (και θα προστεθούν σε αυτά που είναι ήδη εδώ) οι μάχες που θα χρειαστούν, θα απαιτήσουν πολύ περισσότερα. Θα απαιτήσουν καθαρές ρήξεις, θα απαιτήσουν τόλμη και ρίσκα. Απαιτούν πρώτα από όλα οργάνωση. Χρειάζονται ελευθεριακές δομές αγώνα στην ταξική πάλη, χρειάζεται ανακατάληψη του δημοσίου, συνελεύσεις τοπικής αυτοδιεύθυνσης, αντιθεσμίσεις… Μικρές για την ώρα μειοψηφίες καταπιεσμένων δείχνουν το δρόμο δημιουργώντας αυτοοργανωμένες κινήσεις και αγώνες. Ανακαταλαμβάνοντας δημόσιους χώρους και διαμορφώνοντας τους ανάλογα με τις τοπικές ανάγκες (κάνοντας το μάλιστα ταχύτερα, και αποτελεσματικότερα από κάθε φανταστική «ιδανική» κρατική μηχανή) μπλοκάροντας αντικοινωνικές επιλογές κράτους και εργολάβων καπιταλιστών αλλά και δημιουργώντας μαχητικές πρωτοβάθμιες συνδικαλιστικές δομές σε διάφορους κλάδους που δίνουν τις μάχες τους και τις κερδίζουν…
Για τους αναρχικούς η άρνηση συμμετοχής στους θεσμούς της εξουσίας είναι μέρος της πολιτικής τους φύσης, είναι μια ιστορική επιλογή που δεν διαψεύστηκε ποτέ, όσα εκλογικά πειράματα και αν έγιναν από άλλους.
Για εμάς όμως το ζήτημα είναι η συνολική ανατροπή. Είναι η νίκη αυτών που παράγουν των πλούτο επί αυτών που τον καρπώνονται είναι η πραγματοποίηση της κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης. Γιαυτό και στεκόμαστε απέναντι στο κράτος, ενάντια στους θεσμούς του, ενάντια στο πολιτειακό του σύστημα. Γιαυτό και προκλητικά αγνοούμε το νόμο που ορίζει πως απαγορεύονται οι πολιτικές συγκεντρώσεις μια μέρα πριν τις κάλπες. Γιαυτό και έχουμε ξεκάθαρη θέση μέσα στον κοινωνικό πόλεμο. Γιαυτό και θεωρούμε ότι έχει αξία η άρνηση ψήφου.

Όλοι στη συγκέντρωση που οργανώνουν οι Αναρχικοί Ενάντια στις Εκλογές

το Σάββατο 3 Οκτώβρη 2009 στις 12 το μεσημέρι στα Προπύλαια

Αναρχικοί Για την Κοινωνική Απελευθέρωση

Για την Κωνσταντίνα Κούνεβα και τον καθένα μας

 

Η Κωνσταντίνα Κούνεβα είναι ιστορικός από τη Βουλγαρία που μετανάστευσε στη χώρα μας για λόγους υγείας των οικείων της (μητέρα και ανήλικος γιός).

Η ζεστή φιλοξενία που επιφυλάσσει το ελληνικό κράτος στους μετανάστες την ανάγκασε να αναζητήσει το μεροκάματο σε δουλειές που δεν είχαν καμία σχέση με την ειδικότητά της. Ετσι βρέθηκε να δουλεύει σαν καθαρίστρια στην ΟΙΚΟΜΕΤ, μια από τις εταιρίες που αναλαμβάνουν εργολαβικά διάφορα έργα, κρατικών ή ιδιωτικών εταιριών, ενοικιάζοντας εργαζόμενους.

 

Η συγκεκριμένη εταιρία ιδιοκτησίας Χρήστου Οικονομάκη, γνωστού στο παρελθόν σαν αθλητοπατέρα που απορροφούσε κρατικές επιχορηγήσεις επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και αργότερα εργολάβου δημοσίων έργων (καθαρισμού ΕΒΟ κλπ), εμπορεύεται τη δουλειά περίπου χιλίων εργαζομένων, ντόπιων και μεταναστών.

Σε συνεργασία με τους θεσμικούς συνδικαλιστές (ΓΣΕΕ, ΕΚΑ) έχει στήσει στην εταιρία του σωματείο-μαιμού που ελέγχεται από τον ίδιο και τα παρα-τω-αφεντικό εποπτικά στελέχη της εταιρίας (προσωπάρχες, ρουφιάνους και λοιπούς) με μόνο σκοπό να καταστέλλουν κάθε συνδικαλιστική δράση πριν ακόμα εκδηλωθεί.

 

Με νομικίστικες μεθόδους που τα αφεντικά και οι σύμβουλοί τους ξέρουν πάντοτε να μεταχειρίζονται άριστα, η ΟΙΚΟΜΕΤ καταφέρνει να αποκομίζει τεράστια κέρδη από τα έργα που αναλαμβάνει κάνοντας προσφορές που καλύπτουν οριακά τα νόμιμα έξοδα των έργων κλέβοντας τα μεροκάματα και τις ασφαλιστικές αποδοχές των εργαζομένων και ταυτόχρονα να εμφανίζεται σαν μια απόλυτα νόμιμη εταιρία.

 

Στην περίπτωση του έργου καθαρισμού του ΗΣΑΠ που έχει αναλάβει η ΟΙΚΟΜΕΤ, ενώ η προσφορά περιλάμβανε βαρέα-ανθυγιεινά ένσημα για τις καθαρίστριες, με νομικίστικες μεθόδους τα ένσημα αυτά δεν αποδίδονται και μένουν σαν κέρδος στην εταιρία. Με τέτοιου είδους νόμιμες απάτες σε βάρος των καθαριστριών η εταιρία θησαυρίζει ενώ φροντίζει να καταστέλλει νόμιμα κάθε διαμαρτυρία που φυσικά δεν περνάει από το σωματείο του αφεντικού ή την φιλική σ’αυτόν ΓΣΕΕ.

 

Η Κωνσταντίνα Κούνεβα αποφάσισε να μη δεχτεί μοιρολατρικά την απάτη σε βάρος της. Εδωσε τον αγώνα της για τα αυτονόητα μέσα από το κλαδικό σωματείο ΠΕΚΟΠ (Παναττική Ενωση Καθαριστριών και Οικιακού Προσωπικού) στο οποίο έχει εκλεγεί γραμματέας.

Για τη συνδικαλιστική της δράση είχε δεχτεί προσωπικές απειλές τις οποίες είχε καταγγείλει δημόσια σε συνέντευξή της. Οι εργατοπατέρες της ΓΣΕΕ ενώ είχαν ενημερωθεί, δεν έδωσαν την παραμικρή σημασία.

 

Οι απειλές δεν άργησαν να πραγματοποιηθούν.

Στις 23 του Δεκέμβρη, μέσα στο κλίμα της εξέγερσης που πυροδότησε η κρατική δολοφονία του 15χρονου συντρόφου Αλέξη Γρηγορόπουλου, «άγνωστοι» τραμπούκοι επιτίθενται με βιτριόλι στην Κωνσταντίνα Κούνεβα. Της ρίχνουν το φονικό υγρό στο πρόσωπο ενώ την αναγκάζουν να καταπιεί αρκετό από αυτό με τη βία.

 

Από τότε η Κωνσταντίνα Κούνεβα νοσηλεύεται στην εντατική του νοσοκομείου Ευαγγελισμός σε κρίσιμη κατάσταση όπου το ένα μάτι της θεωρείται χαμένο ενώ δίνεται μάχη να σωθεί η ζωή της από τις εσωτερικές βλάβες που έχει προξενήσει η κατάποση του φονικού υγρού.

Με πρωτοβουλία συναδέλφων της, σωματείων και αλληλέγγυων εργατών, συνελεύσεις των συγκατοίκων της στα Πετράλωνα και συντρόφων η δολοφονική επίθεση γίνεται γνωστή μέσα από δράσεις αντιπληροφόρησης.

Οι προσπάθειες να αποδοθεί η επίθεση σε δήθεν προσωπικές διαφορές της εργάτριας πέφτουν στο κενό. Το υποκριτικό ενδιαφέρον των αυτουργών βρίσκει απέναντί του εκατοντάδες αλληλέγγυων που δεν πείθονται με νομικίστικα επιχειρήματα και λογύδρια πολιτικής ορθότητας.

 

Αμέσως γίνεται κατάληψη στον ΗΣΑΠ, την κρατική εταιρία που γνώριζε και συναινούσε στο καθεστώς που επικρατούσε στην ΟΙΚΟΜΕΤ, οργανώνεται εκστρατεία αντιπληροφόρησης και το θέμα αρχίζει να παίρνει διαστάσεις εντός και εκτός συνόρων, με αποτέλεσμα χιλιάδες άνθρωποι, εργάτες, εξεγερμένοι, συνδικαλισμένοι σε σωματεία βάσης να παίρνουν πρωτοβουλίες αλληλεγγύης.

 

Το βιτριόλι δεν μπόρεσε, δε θα μπορούσε να σταματήσει την Κωνσταντίνα. Η μάχη που έδωσε και δίνει από το νοσοκομειακό κρεβάτι της δεν την εμπόδισε να βρίσκεται μπροστά σε κάθε μάχη που δόθηκε, δίνεται και θα δοθεί στο δρόμο, παντού και πάντα από εμάς, τις χιλιάδες, εκατομμύρια ίσως Κωνσταντίνες ενάντια στα αδίστακτα αφεντικά.

 

Η Κωνσταντίνα δεν είναι η “κακομοίρα μετανάστρια” η τύχη της οποίας προκαλεί τον οίκτο μας. Με τον αγώνα της απέδειξε την αξιοπρέπειά της. Κακομοίρηδες θα μπορούσαν να είναι όσοι από εμάς αγνοούμε τους ανθρώπους που δουλεύουν δίπλα μας στη θέση της Κωνσταντίνας, όχι εκείνη. Οσοι από εμάς κάνουν πως δε βλέπουν την καθαρίστρια που περνά αθέατη δίπλα μας, στη δουλειά μας, στα μέσα μαζικής μεταφοράς, στις δημόσιες και ιδιωτικές εταιρίες.

 

Τα ταξικά μας αδέλφια δουλεύουν στα πιο υποτιμημένα πόστα της μισθωτής σκλαβιάς, εκεί που οι αυταπάτες της πολλά υποσχόμενης εργασιακής ειρήνης καταρρέουν απότομα. Συντηρητές, καθαρίστριες, ντόπιοι ή μετανάστες η θέση των οποίων θεωρείται κατώτερη ακόμα κι από τους βαφκαλιζόμενους σαν “βολεμένους” υπαλλήλους, κινούνται δίπλα μας ενσαρκώνοντας τον προαιώνιο ρόλο του δουλικού που αποδέχεται την αδυναμία του κατεβάζοντας το κεφάλι σε όλους, αποδεχόμενο μοιρολατρικά κάθε προσβολή και ασυδοσία. Η Κωνσταντίνα έσπασε αυτή την εικόνα με τρόπο που εξόργισε τους δημίους της και γι αυτό τιμωρήθηκε.

 

Η Κωνσταντίνα Κούνεβα δεν είναι μόνη. Το βιτριόλι που χρησιμοποίησαν οι ηθικοί και φυσικοί αυτουργοί της δολοφονικής επίθεσης έγινε λάδι στη φωτιά της αγανάκτησης κάθε εκμεταλλευόμενου, κάθε καταπιεσμένου που στάθηκε, στέκεται και θα στέκεται στη θέση της.

 

Η κατηγορηματική της άρνηση να δρέψει τους καρπούς της δημοσιότητας αποδεχόμενη την υποψηφιότητά της στο ευρωκοινοβούλιο είναι το πλέον ηχηρό πρόταγμα της από τα κάτω οργάνωσης των καταπιεσμένων που κατακτούν την ταξική τους αξιοπρέπεια συλλογικά, απορρίπτοντας το δόλωμα του ατομικού βολέματος που προσφέρουν οι κομματικοί εξουσιαστικοί μηχανισμοί όποτε νοιώθουν ότι το κίνημα των καταπιεσμένων τους ξεπερνά.

 

Η επίθεση στην Κωνσταντίνα είναι επίθεση εναντίον όλων των ανθρώπων που διάλεξαν το δρόμο της διεκδίκησης των αυτονόητων, όλων όσων διεκδίκησαν την «ουτοπία» μιας αξιοπρεπούς ζωής, όλων όσων ύψωσαν το ανάστημά τους απέναντι στα αφεντικά αντί να σκύψουν το κεφάλι για ένα ξεροκόμματο και την ψευδαίσθηση της ασφάλειας που θα κέρδιζαν γλύφοντάς τα.

 

Το δικό μας βιτριόλι είναι ο αδιαμεσολάβητος, ανεξέλεγκτος, αυτοοργανωμένος αγώνας κάθε καταπιεσμένου ενάντια στα αφεντικά και στον κρατικό τους μηχανισμό.

Το δικό μας όπλο είναι η αλληλεγγύη.

Μπροστά στην οργή μας λιώνουν τα νομικίστικα επιχειρήματα, τα ψέματα της συναίνεσης, οι κρατικές και παρακρατικές ομάδες τρομοκρατίας.

Λιώνουν τα ίδια τα αφεντικά.

 

Η ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΗ – ΚΑΝΕΝΑΣ ΕΡΓΑΤΗΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΟΣ

 

Η ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΡΑΤΟΥΣ-ΑΦΕΝΤΙΚΩΝ ΔΕ ΜΑΣ ΦΟΒΙΖΕΙ – ΜΑΣ ΕΞΟΡΓΙΖΕΙ

 

Αναρχικοί για την Κοινωνική Απελευθέρωση

Αντιμετωπίζοντας την πραγματικότητα

 

Η πορεία της 5ης Μάη αποτελεί σημείο αναφοράς για όλους μας. Μια μέρα που θα μείνει στη μνήμη ως η αρχή του τέλους των παλιών μύθων. Όλων αυτών των βολικών αξιωμάτων που μας συνόδεψαν για 20 χρόνια. Η «ανάπτυξη» κάποτε τελειώνει, ο τηλεθεατής ζει, το κράτος δεν «τα βολεύει», η βουλή δεν είναι ασφαλής, ο κόσμος θυμάται, οι διαδηλώσεις δεν είναι παρελάσεις, η βία δεν είναι μαγική, τα οδοφράγματα έχουν μόνο δύο πλευρές.

Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι βγήκαν στο δρόμο για να διαδηλώσουν, για πρώτη φορά στη μεταπολίτευση, την άρνησή τους, την απόσυρση της εμπιστοσύνης στο κράτος σαν εχέγγυο της κοινωνικής οργάνωσης. Αδιάκοπες συγκρούσεις, απανωτές επιθέσεις στη Βουλή, ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά που επιτρέπουν να θεωρήσουμε πως δεν πρόκειται απλά για ένα ξέσπασμα αλλά για την αρχή μια νέας περιόδου στον κοινωνικό πόλεμο, μια περίοδο που όλα παίζονται.

Και στο τέλος 3 νεκροί ως επισφράγιση του τέλους των μύθων, της εισβολής της πραγματικότητας. Το πως αντιμετώπισε ο καθένας και τη διαδήλωση και τους νεκρούς είναι το ασφαλέστερο κριτήριο για τη θέση του στον κοινωνικό πόλεμο. Η κρατική προπαγάνδα δοκίμασε να ταυτίσει τη διαδήλωση και τη λαϊκή οργή με τις δολοφονίες και μόλις είδε την αποτυχία της επικέντρωσε στον αναρχικό χώρο αναζητώντας εκ των υστέρων άλλοθι για την κατασταλτική επίθεση που εδώ και μήνες βρίσκεται σε εξέλιξη. Και όχι μόνο. Προσπάθησε να καλύψει με τα δάκρυα και τις συλλογικές ενοχές το γεγονός πως η κριτική των αναρχικών αποδείχθηκε σωστή και πως βρίσκει την αποδοχή μιας ισχυρής κοινωνικής μειοψηφίας. Τα ΜΜΕ θα αποτελέσουν τον τροχονόμο αυτής της προπαγάνδας, έως ότου τουλάχιστον να τρέξει «νέο αίμα» στην επικαιρότητα και ο τηλεοπτικός θρήνος να καταλήξει στη χωματερή των ληγμένων θεαμάτων. Φορείς, αναλυτές, κόμματα ακόμα και οι φασίστες που μαχαιρώνουν κόσμο, δεν παρέλειψαν να συμπληρώσουν το «θρήνο» τους με τη συμβουλή να κάτσουμε στα αυγά μας. Μια χορωδία που κλείνει το μάτι πως τώρα είναι η ευκαιρία να ξεπαστρευτούν, σε πρώτη φάση, τα κοινωνικά και πολιτικά κομμάτια που όχι μόνο διαμαρτύρονται αλλά αντιστέκονται και επιτίθενται.

Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει και στα αφεντικά. Ειδικά στο νέο τους αστέρι τον Βγενόπουλο. Δεν είναι μόνο τα ανύπαρκτα μέτρα ασφαλείας στην τράπεζα. Ούτε ότι υποχρέωσε τους εργαζόμενούς του να δουλέψουν με το ζόρι, παρά τον αυτονόητο κίνδυνο από μια τεράστια διαδήλωση ασταμάτητα βίαιη, ούτε η πιθανή έλλειψη άδειας πυρασφάλειας και εξόδου κινδύνου. Είναι το τηλεοπτικό του χαμόγελο καθώς έφτανε στην καμένη του επιχείρηση που συμπυκνώνει όλη την αγριότητα του είδους του, μπροστά στην αποκόμιση κερδών. Πολιτικών αυτή τη φορά. Κερδών που όπως πάντα έχουν άμεση σχέση με την εκμετάλλευση ανθρώπων. Και νεκρών.

Όμως το κράτος, τα media, το κεφάλαιο, οι λακέδες τους, έκαναν αυτό που έκαναν πάντα. Αυτό για το οποίο υπάρχουν. Ας κοιτάξει ο καθένας στο χώρο δουλειάς του για τα μέτρα ασφαλείας, ας ρισκάρει να απεργήσει και θα μπει στη θέση των εργαζόμενων της marfin πριν τον εμπρησμό. Με αυτή τη λογική η εξουσία είναι τόσο υπεύθυνη για αυτούς τους 3 νεκρούς όσο υπεύθυνη τη θεωρούν όσοι την πολεμούν αιώνες πριν την 5η Μάη.

Ο εμπρησμός της τράπεζας προήλθε από την άλλη πλευρά του οδοφράγματος. Από αυτή την πλευρά που είναι υποχρεωμένη να γνωρίζει, από την ίδια της την εμπειρία, ότι τα αφεντικά δεν ασχολούνται με μέτρα ασφαλείας.

Θα περίμενε κανείς ότι κάτι τέτοιο θα ήταν αδύνατον. Στον κόσμο των μύθων και των ιδεολογημάτων μια τέτοια πράξη οφείλει να είναι έργο «πρακτόρων», «προβοκατόρων». Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ότι υπάρχουν και αυτοί. Στον κόσμο όμως της πραγματικότητας κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι συχνά η γραμμή που χωρίζει τη στοχευμένη βία των αγωνιζόμενων από τη χαοτική και θεαματική βία θολώνει.

Μέσα στην κοινωνική αποδόμηση των τελευταίων 20 ετών, δημιουργήθηκαν νεολαιίστικα κομμάτια, διαταξικά, που αδυνατούσαν ή αρνήθηκαν να ενσωματωθούν στην κανονικότητα. Μη έχοντας όμως άλλα αξιακά σημεία ρήξης με την εξουσία, χωρίς προτάγματα και συγκρότηση υιοθέτησαν τη βία σαν ένα μαγικό εργαλείο ταυτότητας. Μια βία καθ’ εικόνα και ομοίωση της τηλεοπτικής της αναμετάδοσης. Ανεύθυνη, ανοργάνωτη, χωρίς ορθολογική στόχευση, χωρίς σκοπό.

Ένα τμήμα αυτής της νεολαίας ιστορικά προσέγγισε το αναρχικό κίνημα. Και προσεγγίστηκε από αυτό. Έφερε, στους καιρούς της φιλελεύθερης αυταπάτης των προηγούμενων δεκαετιών, τη ζωντανή σύνδεση με κάποια πραγματικά υποκείμενα σε άρνηση και σε διάφορους βαθμούς, μπολιάστηκε με πολιτική συνείδηση και στρατεύτηκε στον αγώνα. Οι κοινωνικές όμως συνθήκες επιτάχυναν δραματικά αυτές τις διαδικασίες. Η εκτέλεση του Γρηγορόπουλου και η εξέγερση του Δεκέμβρη αποκάλυψαν σε όλους (ανάμεσα σε όλα τα άλλα) το πόσο έχουν διευρυνθεί αυτά τα αναφομοίωτα κοινωνικά κομμάτια. Και δεν είναι μόνο νεολαίοι. Είναι και κάποιοι μετανάστες. Είναι και μεγαλύτεροι. Παρά την ποσοτική του ισχυροποίηση, παρά την αναβάθμισή του ως πολιτική δύναμη, οι υπαρκτές δομές και τα εργαλεία του αναρχικού κινήματος δεν επαρκούν πλέον για να έρθει σε επαφή με αυτόν τον κόσμο με τους όρους του παρελθόντος.

Στον αγώνα για την επανάσταση και την κοινωνική αλλαγή δεν είσαι ό,τι δηλώσεις. Είσαι ό,τι κάνεις. Και κρίνεσαι από τη συνείδηση των προθέσεων και την ευθύνη του αποτελέσματος. Για τους αναρχικούς δεν υπάρχουν παράπλευρες απώλειες. Για τους αναρχικούς η βία δεν «είναι–για-τον-εαυτό-της», δεν είναι αυτοσκοπός. Το χάος και η στρατηγική της έντασης δεν είναι στο δικό τους οπλοστάσιο

Κι όλα τούτα θα ήταν ηθικολογίες αν δεν ήταν η πράξη 35 χρόνων που τα έχει αποδείξει.

Η πράξη άπειρων αγώνων, συγκρούσεων, καταστολής και αντίστασης, γεμάτη νίκες και ήττες αλλά πάντοτε, όσα λάθη κι αν έγιναν, με καθαρό βλέμμα, με διάφανες προθέσεις με καθαρούς αξιακούς κώδικες. Πράξη που καθορίζει ποιος είναι αναρχικός και ποιος όχι, ποιος είναι σύντροφος και ποιος όχι.

Όταν η κρατική καταστολή ανέβαζε τον πήχη της βίας εκτελώντας κατά βούληση, όπως στη δολοφονία Γρηγορόπουλου, δικαιολογώντας «παράπλευρες απώλειες» στην κοινωνική συνείδηση –ποιος θυμάται τον γαζωμένο με αστυνομικές σφαίρες περαστικό εργάτη στο Βύρωνα ή τη δολοφονία της εγκύου από τους μπάτσους στη Λευκίμμη;- άνοιγε το κουτί της Πανδώρας σε συμπεριφορές που αψηφούν την ανθρώπινη ζωή και υπόσταση

Στη δικιά μας όμως πολιτική δεν χωρούν εξισωτισμοί: αν κάποιες συμπεριφορές έχουν κατανοητές αιτίες αυτό δεν τις δικαιολογεί. Η επαναστατική συνείδηση δεν παζαρεύει αθλιότητα με την εξουσία.

Αν στα πολιτικά ρήγματα που ο αγώνας ανοίγει, αφήνεται έδαφος για αντικοινωνικές συμπεριφορές, για κοινωνικά κομμάτια που παίζουν videogame, ας μην ξεχνιόμαστε: είναι ο αστικός μηδενισμός, είναι η αξιακή παρακμή, είναι η κυριαρχία του θεάματος, είναι η ίδια η εξουσία που τα δημιούργησε. Αυτήν αντιγράφουν. Όποιο κακοφορεμένο ιδεολογικό ρούχο κι αν φορέσουν, όποια αντίληψη κι επικαλεστούν είναι δικά της παραπροϊόντα.

Για τους επαναστάτες και τους αναρχικούς ειδικά, η πορεία της 5ης Μάη  σηματοδοτεί σταυροδρόμι. Είναι η στιγμή να χαραχθεί η στρατηγική του πολέμου, η ώρα να προχωρήσουν οι κοινότητες αγώνα και αντιθέσμισης. Με νέα πρωτοβάθμια σωματεία, με τοπικά συμβούλια, με αυτοοργανωμένες δομές σε κάθε πεδίο της ζωής. Αλλά και με την όξυνση του πολιτικού αγώνα, της ζύμωσης, των δομών, της δράσης. Φυσικά και δεν θα νομιμοποιήσουμε το κρατικό μονοπώλιο στη βία. Φυσικά και δεν θα κάνουμε πίσω. Από την άλλη, και σε μια περίοδο που η αποτυχία του συστήματος θα πολλαπλασιάσει με μαθηματική βεβαιότητα παράλληλα με την άρνηση και την αποαφομοίωση κοινωνικών κομματιών, τα φαινόμενα τυφλής βίας και αντικοινωνικών δράσεων, η έμπρακτη πολιτική οριοθέτηση είναι επείγουσα. Γιατί εκεί, και συγκεκριμένα στην αδυναμία μας να διαχειριστούμε το σημείο που τελειώνει η πράξη άρνησης της εξουσίας και που αρχίζει η υιοθέτηση του αξιακού της συστήματος, σε αυτούς που κατά καιρούς δρουν πλάι μας, βρίσκεται και η ευθύνη μας για τους 3 νεκρούς της marfin.

Όσο και αν κατανοούμε τις κοινωνικές συνθήκες που γεννάνε αυτή την αντιφατικότητα, όσο και αν η κοινότητα που έφτιαξε η σύγκρουση στο παρελθόν δημιουργεί αναστολές, στο καθεστώς της πραγματικότητας το οδόφραγμα έχει μόνο δύο πλευρές. Από τη μια οι καταπιεσμένοι και από την άλλοι όσοι, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο είναι εναντίον τους. Θέλουν δε θέλουν όλοι με τις πράξεις τους διαλέγουν πλευρά. Και θα υποστούν την τύχη της.

 

ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ